Skip to content Skip to footer

Indiana Jones and the Dial of Destiny Review: Τελευταίο κεφάλαιο με αρχαιοελληνικό αέρα

Το ημερολόγιο έδειχνε 2008 όταν ο Harrison Ford είχε φορέσει για τελευταία φορά τη στολή του Indiana Jones στο Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου. Φέτος το καλοκαίρι ο χαρακτήρας του θα τη βγάλει ξανά από το συρτάρι· αυτή τη φορά για να μας γνέψει αντίο για πάντα…

Η νοσταλγία είναι ένα από τα πιο ισχυρά συναισθήματα. Καθώς η οθόνη γέμιζε από τη γνώριμη ατμόσφαιρα και τους ήχους που είχα γνωρίσει για πρώτη φορά όταν ήμουν ακόμη μικρή, μεταφέρθηκα ξανά σε ένα από εκείνα τα βράδια του καλοκαιριού που η τηλεόραση έπαιζε τις ταινίες του Indie -συνήθως μία κάθε Σάββατο. Νοσταλγία λοιπόν, αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός της πέμπτης ταινίας του πολυαγαπημένου franchise του Steven Spielberg με τίτλο Indiana Jones and the Dial of Destiny, που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες στους κινηματογράφους και φιλοδοξεί να δώσει σε κάποιο από τα καλοκαιρινά βράδια του 2023 λίγη χαμένη μαγεία από τα παλιά.

playsiders4

Η ταινία ξεκινά σε γνώριμα μονοπάτια: ο δαιμόνιος αρχαιολόγος Indiana Jones είναι αιχμάλωτος των Ναζί σε μια σκηνή-συναισθηματικό φόρο στον Spielberg. Τα CGI κάνουν τόσο καλή δουλειά, που μονάχα η πιο ώριμη φωνή του Harrison Ford (που φέτος κλείνει αισίως τα 81) προδίδει ότι έχει χρησιμοποιηθεί ειδική τεχνολογία ώστε να γυρίσει ο χρόνος τέσσερεις δεκαετίες πίσω για τον αγαπημένο ηθοποιό και ότι δεν παρακολουθούμε ξεχασμένο υλικό από κάποια παλιότερη ταινία. Ο Mads Mikkelsen είναι ένας ψυχρός αξιωματικός των Ναζί που έχει μόλις ανακαλύψει τον μισό Μηχανισμό των Αντικυθήρων, τον πρώτο υπολογιστή της ανθρωπότητας, που φημολογείται ότι μπορεί να ταξιδεύει στον χρόνο.

Μεταφερόμαστε εικοσιτέσσερα χρόνια αργότερα: έτος 1969, η χρονιά που οι Αμερικανοί πάτησαν στο φεγγάρι. Τον Jones ταράζει η ξαφνική επίσκεψη της βαφτιστήρας του Helena (η Phoebe WallerBridge του Fleabag) και κόρης ενός παλιού γνωστού. Μαζί της θα ξεκινήσει ένα ταξίδι αναζήτησης της εφεύρεσης του Αρχιμήδη που κρύβει το κλειδί ενός χαμένου αρχαίου πολιτισμού, σε τόπους γεμάτους μυστήριο και σε μια μάχη κόντρα στον χρόνο, τη ροή του οποίου απειλεί να αλλάξει ο Μηχανισμός αν καταλήξει στα λάθος χέρια.

playsiders2

Έχουμε λοιπόν μια γνώριμη συνταγή: παλιό, αγαπημένο franchise που ανασταίνεται για μία τελευταία φορά, φαντασία, περιπέτεια, μπόλικες σκηνές δράσης. Μοιάζει με φόρμουλα που ακολουθείται πλέον κατά κόρον στο Hollywood για τη δημιουργία γρήγορων δόσεων διασκέδασης σε μορφή δίωρων ή τρίωρων ταινιών. Και δυστυχώς, από ένα σημείο και μετά, αισθάνεσαι σαν να βλέπεις και να κρίνεις την ίδια ταινία. Κι ενώ οι σκηνές δράσης είναι σίγουρα διασκεδαστικές, η χρήση CGI τους αφαιρεί πόντους αυθεντικότητας. Σαν να μειώνει την αίσθηση του κινδύνου που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ήρωες, οι οποίοι κινούνται πια σε καλογυαλισμένα και ασφαλή πάρκα διασκέδασης.

Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το Indiana Jones and the Dial of Destiny παραμένει μια γλυκόπικρη επιστροφή και ταυτόχρονα επίλογος σε ένα λατρεμένο franchise. Ενώ καταφέρνει να φέρει αρκετή από την έξυπνη ειρωνία του αυθεντικού Indiana Jones-το στραβό χαμόγελο του Ford κάνει τον ρόλο να γερνά τέλεια και να έρχεται σε ισορροπία με το περιβάλλον του μερικές δεκαετίες αργότερα- οι τεχνικές λεπτομέρειες δεν το αφήνουν να ενταχθεί ομαλά στην κατηγορία εκείνη που ανήκουν οι ταινίες της παιδικής μας ηλικίας, την κατηγορία της μαγείας.

Λείπει εκείνος ο αγνός εντυπωσιασμός από τα πρακτικά εφέ, η τόσο αληθοφανής αίσθηση της σκόνης, της υγρασίας, της σκουριάς, των φύλλων στα δέντρα. Αλίμονο, δεν πρόκειται για μια κακή ταινία, πρόκειται απλώς για κάτι αρκετά διαφορετικό από αυτό που ελπίζαμε να δούμε, όμως βαθιά μέσα μας (κακά τα ψέματα) ξέραμε ότι δεν θα δούμε.

 playsiders3

Facebook
Twitter
LinkedIn
Tumblr
Reddit

Leave a comment

Μπείτε στην παρέα μας

Μπορείτε να μπείτε στην παρέα μας στο Discord όπου μπορείτε να συζητάτε με όλους και να κάνουμε την οικογένεια των Playsiders ακόμα πιο ζεστή.

Ακολουθήστε μας