Θυμάστε εκείνο το τρομακτικό κοριτσάκι με τα κοτσιδάκια και τα παλιομοδίτικα φορέματα, που ήθελε να σκοτώσει τη μαμά της, τον αδερφό της, την αδερφή της, τον μπαμπά της όχι και τόσο… Μιλάμε για την Esther του Orphan, (2009), που επέστρεψε σε ένα prequel μετά από 13 χρόνια, για να μας διηγηθεί την ιστορία της από την αρχή. Κι αν τότε, στα 10 της, η Isabelle Fuhrman μας είχε ανατριχιάσει με την ερμηνεία της ως δολοφονικού παιδιού, που δεν ήταν και τόσο παιδί, σήμερα, με το Orphan: First Kill δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε “γιατί την ξαναβλέπουμε”;
Τον ρόλο της από την πρώτη ταινία επαναλαμβάνει μόνο η Fuhrman, ενώ το cast συμπληρώνουν οι Julia Stiles των 10 Things I Hate About You και Save the Last Dance, Rossif Sutherland του Reign και Matthew Finlan.
Η υπόθεση έχει ως εξής: η Leena Klammer βρίσκεται έγκλειστη σε ένα άσυλο στην Εσθονία. Πάσχει από κάποιο σπάνιο σύνδρομο, που δεν της επιτρέπει να αναπτυχθεί όπως ένας συνηθισμένος άνθρωπος, παγιδεύοντάς την για πάντα στο σώμα ενός παιδιού. Αφού το σκάσει από το άσυλο, ανακαλύπτει την οικογένεια Albright, η κόρη της οποίας, η Esther, έχει εξαφανιστεί εδώ και χρόνια και της μοιάζει επικίνδυνα. Αποφασίζει λοιπόν να κλέψει την ταυτότητά της και να παραστήσει την κόρη, που ως εκ θαύματος εμφανίζεται ξανά, έχοντας παράλληλα και ένα σατανικό σχέδιο. Όταν βέβαια γίνει μέλος της νέας οικογένειας, ανακαλύπτει πως τίποτα δεν είναι όπως το περίμενε…
Βλέποντας το First Kill, το πιθανότερο είναι πως θα νιώσεις μια νοσταλγία, καθώς επιστρέφεις στον φρικιαστικό κόσμο μιας ταινίας που σίγουρα άφησε το σημάδι της στον χώρο του τρόμου και των thriller. Και αυτός είναι κυρίως ο λόγος που έχουμε σήμερα αυτό το prequel. Θα μπορούσε και να μην υπάρχει καθόλου; Κανένα πρόβλημα. Αξίζει να το δεις, αφού βγήκε; Ναι, μωρέ. Η αλήθεια είναι ότι όντως συμπληρώνονται κάποια από τα κενά που η πρώτη ταινία είχε αφήσει μετέωρα, δικαιολογώντας την ύπαρξή του. Από εκεί και πέρα ως ξεχωριστή ταινία έχει τα θέματά της.
Οι ερμηνείες δεν είναι σπουδαίες, γεγονός για οποίο ίσως να ευθύνονται εξ ολοκλήρου οι διάλογοι, που είναι φτωχοί ή ακόμα και αστείοι σε ορισμένα σημεία. Δύο είναι τα στοιχεία που τη σώζουν: πρώτον, η πρωταγωνίστρια, Isabelle Fuhrman, η οποία, ούσα εκπληκτική ήδη ως child actor, συνεχίζει να παίζει με φυσικότητα έναν ρόλο που ξέρει καλά και παραμένει ψυχρή και φρικτή, όπως τη γνωρίσαμε. Αυτή τη φορά τη βοηθά το γεγονός ότι έχει μεγαλώσει, οπότε υποδύεται ακόμα πιο πειστικά κάτι το οποίο είναι και η ίδια· μια ενήλικη γυναίκα που παριστάνει το παιδί.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά την πλοκή, η οποία, χωρίς να παρουσιάζει ιδιαίτερη πρωτοτυπία, από μόνη της ευνοείται ιδιαίτερα από ένα twist, που μπορεί να μας κάνει ακόμα και να συμπονέσουμε την Esther. Εντάξει, και μετά από λίγο συνεχίζουμε να τη μισούμε!
Άξιες αναφοράς είναι επίσης οι προσπάθειες να μεταμορφωθεί η Fuhrman από την 23χρονη γυναίκα (που ήταν το 2020, όταν γυριζόταν η ταινία), σε μικρό κορίτσι. Θέλοντας να αποφύγουν το CGI, οι συντελεστές κατέφυγαν στην χρήση του παλιού καλού μακιγιάζ, και των τρικ της κάμερας και των φώτων, ενώ οι ηθοποιοί με τους οποίους μοιραζόταν τις σκηνές της χρειάστηκε να φορέσουν τεράστιες πλατφόρμες, προκειμένου να φαίνονται ψηλότεροι.
Και, όχι, δεν την έχουν κάνει να μοιάζει με τον παλιό της εαυτό. Μοιάζει όμως με αυτό που θέλει ο ρόλος της: ένα αλλόκοτο πλάσμα με το σώμα ενός παιδιού και τα παγωμένα μάτια ενός δολοφόνου, που το γλυκό του χαμόγελο δεν σε αφήνει να καταλάβεις αν θέλει να παίξετε με τις κούκλες ή να σε πετάξει από το μπαλκόνι. Το τελικό αποτέλεσμα είναι στην καλύτερη περίεργο, σε πολλές από τις εναλλαγές των σκηνών η μετάβαση από την ηθοποιό στις body double της, που είναι παιδιά, δεν γίνονται με φυσικότητα, όμως όλο αυτό δουλεύει ικανοποιητικά για μια ταινία που δεν ευελπιστεί να είναι κάτι παραπάνω από ένα b-movie.
Προσωπικά, θα μπορούσα να ζήσω και χωρίς να μάθω περισσότερα για αυτή την περιπέτεια της Esther, ωστόσο δεν νιώθω ότι σπατάλησα τον χρόνο μου βλέποντάς την. Αν απολαύσατε το Orphan, ξεκλέψτε 1 ώρα και 38 λεπτά από τη μέρα σας για να τα σκοτώσετε.