“Here we go again” που είχε πει και ο χιλιοβασανισμένος CJ στο αείμνηστο Grand Theft Auto San Andreas, και ποιος το περίμενε ότι θα ξαναερχόταν η ώρα να ξαναπιάσουμε τα όπλα στην αναζήτηση της κόρης του προέδρου των ΗΠΑ, σαν τον παλιό καλό καιρό. Όπως μας έχει αποδείξει στο παρελθόν η Capcom γνωρίζει και με το παραπάνω πως να πάρει ένα αρχικό παιχνίδι και να φτιάξει μια άκρως απολαυστική περιπέτεια δράσης, και πραγματικά με το Resident Evil 4 τα πράγματα έχουν πάει σε ένα εντελώς νέο επίπεδο.
Το παιχνίδι ξεκινά όπως ακριβώς το θυμόμαστε. Ο Leon, ένας νεοσύλλεκτος αστυνομικός, έχει σταλεί σε μια αποστολή σε ένα απομακρυσμένο χωριό κάπου στην Ευρώπη. Ψάχνει για την απαχθείσα κόρη του προέδρου των ΗΠΑ και αυτό είναι το τελευταίο γνωστό σημείο όπου είχε εντοπιστεί. Το σημείο που ξεκινάμε είναι ένα δασικό μονοπάτι, σκοτεινό και γεμάτο κοράκια να τσιμπολογούν τα πτώματα νεκρών ζώων, παράξενοι ήχοι γεμίζουν τον ανατριχιαστικό αέρα. Αν το αρχικό παιχνίδι σας φάνηκε ατμοσφαιρικό, το Remake θα σας βυθίσει στην ανατριχίλα!
Η αναμέτρηση με τους Ganado είναι πιο αγχωτική και τρομακτική από ποτέ. Οι απρόβλεπτες κινήσεις τους και οι μοχθηρές επιθέσεις τους έχουν εντατικοποιηθεί, κάνοντας κάθε συνάντηση ένα πανικόβλητο και ακανόνιστο χάος, ενώ παλεύετε για χώρο αναπνοής και ελπίζετε ότι έχετε αρκετά πυρομαχικά και υγεία για να ξεπεράσετε την τρέλα. Συχνά θα βρεθείτε μπροστά από ένα πλήθος που απλά θέλει να σας δει από όλες τις πλευρές νεκρό, καθώς κάνουν ότι περνά από το χέρι τους, με δρεπάνια και μαχαίρια. Ενώ οι Ganados ήταν παρόμοια δύσκολοι στο αρχικό παιχνίδι, αυτή τη φορά οι κινήσεις τους μοιάζουν πιο απτές και σταθμισμένες, γεγονός που κάνει τις πιθανές συνέπειες του να βρεθείτε στη γωνία ή να κατατροπωθείτε ακόμα πιο τρομακτικές. Βλέποντας τον Dr. Salvador, τον μανιακό με το αλυσοπρίονο, να ξεπροβάλει μέσα από το πλήθος για να προσπαθήσει να διαλύσει τον Leon, αναβιώνει ένας φόβος που μόνο το Resident Evil 4 μπορεί να δημιουργήσει. Είναι αυτή η αίσθηση που γνωρίζεις πως αν γίνεις αντιληπτός θα βρεθείς αντιμέτωπος με μια ορδή που θα σε βρει όπου και αν πας και αυτό είναι απλά ηδονικό!
Αν αυτά όμως σας φαίνονται γνώριμα, να προειδοποιήσω πως εδώ τελειώνουν και οι ομοιότητες με το αρχικό παιχνίδι. Η ομάδα της Capcom δεν αρκέστηκε στο να αναβαθμίσει απλώς τα γραφικά αλλά μπήκε στον κόπο να ανασχεδιάσει χώρους και να τους εμπλουτίσει. Το μαγικό είναι ότι διατηρεί την αφήγηση, τους χαρακτήρες και τις σημαντικές τοποθεσίες του πρωτότυπου, όμως η δομή του παιχνιδιού, ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται κάθε τρομακτικό και συναρπαστικό σκηνικό, έχει αναμειχθεί διακριτικά.
Το combat είναι εκφραστικό, τακτικό και σκληρό, πολύ σκληρό, χρησιμοποιώντας ένα απλοποιημένο σύστημα κοντινής μάχης που βασίζεται στη συγκέντρωση πυρομαχικών και herbs, τα οποία χρησιμεύουν στο crafting όπως και στο αρχικό παιχνίδι. Καθώς προχωράτε, μαζεύετε και χρήματα για να αγοράσετε νέα όπλα από τον περίφημο χαρακτήρα Merchant. Τα jump scares είναι άλλη μια πτυχή του παιχνιδιού που διατηρήθηκε και ενισχύθηκε, υπάρχουν στιγμές έντασης όπου η κάμερα αποκρύπτει κρυμμένους εχθρούς που παραμονεύουν στο σκοτάδι. Είναι η τέλεια συγχώνευση του παλιού και του νέου Resident Evil 4, της αναπόλησης και ανάγκης για κάτι νέο σε έναν τέλειο συνδυασμό. Οι τοποθεσίες όπου λαμβάνουν χώρα μεγάλες μάχες είναι επιδέξια σχεδιασμένες, διαθέτοντας πάντα μέρη στα οποία μπορείτε να κρυφτείτε και να πάρετε ανάσα για ένα δευτερόλεπτο, ώστε να σκεφτείτε την επόμενη σας κίνηση.
Κάθε μάχη απαιτεί συνεχή προσαρμογή. Κάποιες φορές η κατάσταση απαιτεί να τρέξετε γενναία μέσα σε ένα πλήθος εχθρών, άλλες απαιτούν λίγη δημιουργικότητα, όπως το να βάλετε μια νάρκη δίπλα σε ένα όχλο, ακόμα και να προσπαθήσετε να περάσετε εντελώς απαρατήρητος. Όπως και να έχει, το combat και η προσέγγιση είναι ξεκάθαρα στο χέρι του κάθε παίκτη, όπου μπορείτε έξυπνα να χειριστείτε τις κινήσεις του εχθρού προς όφελός σας. Η εμπειρία αυτή ενισχύεται στο remake χάρη στη μεγαλύτερη ποικιλία εχθρών μερικοί από τους οποίους είναι εντελώς νέοι, ενώ άλλοι που επιστρέφουν έχουν επανασχεδιαστεί με νέους τρομακτικούς τρόπους και χαρακτηριστικά, μένοντας όμως πιστοί στο αρχικό.
Ο Leon έχει, φυσικά, αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία για να τα βάλει με τους πιο ικανούς και θανατηφόρους εχθρούς. Βασικά, η απουσία του παλιού συστήματος που ενώ στόχευες δεν γινόταν να κινηθείς, σημαίνει ότι είναι πολύ πιο εύκολο να τον ελέγξετε εν μέσω μάχης. Αν το δράμα δεν ήταν ήδη αρκετό για τα γούστα σας, τα μαχαίρια έχουν πλέον περιορισμένη ανθεκτικότητα, μια λειτουργία που μετακόμισε από το Resident Evil 2 Remake, πράγμα που σημαίνει πως κάθε χτύπημα θα μειώσει τη διάρκεια ζωής της λεπίδας με αποτέλεσμα κάποια στιγμή το όπλο αυτό να αχρηστεύεται. Όταν έρθει η μοιραία στιγμή που το μαχαίρι σας χαλάσει, θα πρέπει να αναζητήσετε άλλα μαχαίρια που είναι λιγότερο ανθεκτικά μέχρι να μπορέσετε να επισκευάσετε το δικό σας. Βέβαια μην ξεχνάμε ότι δεν τελειώνουν εκεί τα προβλήματα μιας και ακόμα και τότε, θα πρέπει να έχετε χώρο για να τα αποθηκεύσετε στη βαλίτσα σας. Φυσικά, η διαχείριση των πόρων είναι και πάλι ένας βασικός πυλώνας του remake του Resident Evil 4, όπως ήταν και στο αρχικό, η βασικά, όπως είναι σχεδόν σε όλα τα Resident games.
Oι χαρακτήρες είναι πλέον πολύ πιο σύνθετοι. Στον Luis Serra δίνεται επιπλέον χρόνος στην οθόνη, ο οποίος καθορίζει καλύτερα το ρόλο του στη γενικότερη πλοκή και ξεκαθαρίζοντας πολλά ερωτήματα που άφησε το πρωτότυπο. Σε ορισμένους χαρακτήρες, ωστόσο, δόθηκε περισσότερη καλλωπιστική αλλαγή παρά ουσιαστική, και αναφέρομαι στον Merchant. Μπορεί εμβληματική φωνή του έχει αλλάξει, αλλά παραμένει το ίδιο εμβληματικός από μόνος του και αποτελεί έναν από τους πιο αξιομνημόνευτους χαρακτήρες του franchise. Ποιος δεν έχει αναφερθεί στον συγκεκριμένο χαρακτήρα στους φίλους του, ακόμη και αν ο ρόλος του είναι εντελώς πρακτικός και όχι ουσιαστικός στην ιστορία του παιχνιδιού και δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη παρόμοια περίπτωση σε άλλο παιχνίδι. Παραμένει μια μυστηριώδης φιγούρα που θα ξεπροβάλλει περιέργως σε διάφορα μέρη του κόσμου, αναφέροντας πάντα τις κλασσικές αγαπημένες ατάκες του όπως το “What’re ya buyin’?” η το “What’re ya sellin”.
Ως μεγάλος fan του franchise και ακόμη μεγαλύτερος fan του αρχικού Resident Evil 4 που θυμάμαι ως παιδί να το απολαμβάνω αργά το βράδυ στο θρυλικό PlayStation 2, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι η Capcom ξεπέρασε τον εαυτό της. Πήρε ένα παιχνίδι που ήταν ήδη άψογο, και διόρθωσε το μοναδικό πρόβλημα του: τα σημάδια του χρόνου! Δεν αρκέστηκε στο να καλλωπίσει απλώς οπτικά και να κάνει ελαφριές αλλαγές στο gameplay και να απαιτήσει full retail price για αυτό, αλλά έχτισε από τα θεμέλια μια ολοκαίνουρια εμπειρία, που όμως δίνει την ακριβή αίσθηση του αρχικού παιχνιδιού, κάνοντάς το να έχει μια γνώριμη αλλά και συνάμα φρέσκια εμπειρία. Αν και θεωρούσα το Dead Space ως το αρτιότερο remake όλων των εποχών, μπορώ να πω με πλήρη σιγουριά ότι πλέον έχουμε έναν νέο τίτλο στο θρόνο αυτό.